“Φωτεινότερη” η επόμενη ημέρα για τις ελληνικές τράπεζες μετά στα stress test

Ολοκληρώθηκε με επιτυχία για τις ελληνικές τράπεζες η διαδικασία Συνολικής Αξιολόγησης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ) εν όψει της ανάληψης των αρμοδιοτήτων της στον τομέα της εποπτείας των τραπεζών στο πλαίσιο του Ενιαίου Εποπτικού Μηχανισμού (ΕΕΜ) για τα πιστωτικά ιδρύματα της ζώνης του ευρώ τον Νοέμβριο του 2014.

Σημειώνεται ότι η Συνολική Αξιολόγηση κάλυψε 130 πιστωτικά ιδρύματα με σύνολο ενεργητικού 22,1 τρισ. ευρώ, το οποίο αποτελεί το 81,6% του συνολικού ενεργητικού των τραπεζών που υπάγονται στον ΕΕΜ. Η άσκηση είχε μεγάλη χρονική διάρκεια και έκταση, καθώς χρειάστηκε ένα έτος για να ολοκληρωθεί και εξέτασε όλες τις συμμετέχουσες τράπεζες και όλα τα επιμέρους χαρτοφυλάκιά τους. Το εγχείρημα ανέλαβαν η ΕΚΤ (ΕΕΜ), όλες οι αρμόδιες εθνικές αρχές, η Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών (ΕΒΑ) και εξωτερικοί εμπειρογνώμονες. Συνολικά συμμετείχαν περισσότερα από 6.000 άτομα.

Η ομοιόμορφη εφαρμογή της λεπτομερούς μεθοδολογίας για όλα τα πιστωτικά ιδρύματα είχε υψίστη σημασία, προκειμένου να επιτευχθεί συνεπής πληροφόρηση σχετικά με τις τράπεζες της ζώνης του ευρώ και να διασφαλιστεί ίση μεταχείριση.

Τα τέσσερα ελληνικά πιστωτικά ιδρύματα που έλαβαν μέρος στη Συνολική Αξιολόγηση ήταν η Alpha Bank, η Eurobank Ergasias, η Εθνική Τράπεζα και η Τράπεζα Πειραιώς. Αυτές οι τράπεζες θα εποπτεύονται απευθείας από την ΕΚΤ μετά τις 4 Νοεμβρίου.

Επειδή τα σχέδια αναδιάρθρωσης των ελληνικών τραπεζών δεν είχαν επίσημα εγκριθεί και δημοσιευθεί πριν από τις 31.12.2013, οι ελληνικές τράπεζες εφάρμοσαν την υπόθεση του “στατικού ισολογισμού”, σύμφωνα με τη μεθοδολογία της ΕΒΑ. Ωστόσο, και οι τέσσερις συστημικές ελληνικές τράπεζες υλοποιούν ήδη κατά το 2014 σχέδια αναδιάρθρωσης, τα οποία έχουν εγκριθεί επίσημα από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Δεδομένου ότι οι προβολές που συνάγονται βάσει του στατικού ισολογισμού δεν είναι απόλυτα αντιπροσωπευτικές της μελλοντικής κεφαλαιακής θέσης των εν λόγω τραπεζών, η άσκηση διεξήχθη παράλληλα εφαρμόζοντας την προσέγγιση του “δυναμικού ισολογισμού”, η οποία προσέγγιση ήταν και η μοναδική που ακολουθήθηκε για ορισμένες από τις άλλες συμμετέχουσες τράπεζες. Οι δυναμικοί ισολογισμοί υποβλήθηκαν σε εξίσου αυστηρή διαδικασία διασφάλισης ποιότητας όπως και στην περίπτωση των στατικών ισολογισμών.

Ειδικότερα, βάσει του στατικού ισολογισμού, εφαρμόζεται η υπόθεση μηδενικής οικονομικής ανάπτυξης σε ατομική, υποενοποιημένη και ενοποιημένη βάση, τόσο για το βασικό όσο και για το δυσμενές σενάριο. Επιπλέον διατυπώνεται η υπόθεση ότι οι τράπεζες διατηρούν την ίδια σύνθεση δραστηριοτήτων και το ίδιο επιχειρηματικό μοντέλο (γεωγραφική παρουσία, στρατηγική προϊόντων και λειτουργίες) σε όλη τη διάρκεια του χρονικού ορίζοντα. Βάσει του δυναμικού ισολογισμού, λαμβάνονται υπόψη και τα σχέδια αναδιάρθρωσης που έχουν αξιολογηθεί και εγκριθεί από τη Γενική Διεύθυνση Ανταγωνισμού (DG-Comp) της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, ενώ ταυτόχρονα ακολουθείται η μεθοδολογία της ΕΒΑ για να διασφαλιστεί ίση μεταχείριση. Τα σχέδια αναδιάρθρωσης ενσωματώνουν μια σειρά από δεσμεύσεις των τραπεζών, όπως διάθεση στοιχείων ενεργητικού και θυγατρικών, μείωση των λειτουργικών εξόδων και μείωση του κόστους των καταθέσεων. Επιπλέον, στις προβολές ενσωματώνονται οι μέχρι στιγμής πραγματοποιηθείσες ενέργειες των τραπεζών για ενίσχυση των κεφαλαίων τους. Τα αποτελέσματα της άσκησης προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων βάσει του δυναμικού ισολογισμού αντανακλούν την εκτιμώμενη κεφαλαιακή θέση των τραπεζών αφού συμπεριληφθούν και τα σχέδια αναδιάρθρωσης που ήδη αυτές υλοποιούν. Τα αποτελέσματα αυτά θα ληφθούν υπόψη από τις Μικτές Εποπτικές Ομάδες για τον προσδιορισμό των τελικών κεφαλαιακών απαιτήσεων των τραπεζών.

Όσες τράπεζες παρουσιάζουν υστέρηση κεφαλαίων σύμφωνα με τις διαπιστώσεις της Συνολικής Αξιολόγησης θα πρέπει, εντός δύο εβδομάδων από την παρούσα ανακοίνωση, να υποβάλουν σχέδια κεφαλαιακής αναδιάρθρωσης, τα οποία θα εξηγούν λεπτομερώς με ποιο τρόπο θα καλυφθεί η υστέρηση και τα οποία στη συνέχεια θα αξιολογηθούν από τις Μικτές Εποπτικές Ομάδες.

Τα αποτελέσματα της άσκησης δεν περιλαμβάνουν τη θετική επίδραση από τις πρόσφατες νομοθετικές ρυθμίσεις που επιτρέπουν τη μετατροπή μέρους των αναβαλλόμενων φορολογικών απαιτήσεων των ελληνικών τραπεζών σε αναβαλλόμενες οριστικές και εκκαθαρισμένες απαιτήσεις έναντι του Δημοσίου.

Συγκεντρωτικά αποτελέσματα για τις ελληνικές τράπεζες
Όπως τονίζεται σε ανακοίνωση της ΤτΕ, τρία  από τα τέσσερα ελληνικά πιστωτικά ιδρύματα που έλαβαν μέρος στη Συνολική Αξιολόγηση δεν παρουσιάζουν υστέρηση κεφαλαίων με βάση την υπόθεση δυναμικού ισολογισμού και το τέταρτο πιστωτικό ίδρυμα στην ουσία δεν παρουσιάζει κεφαλαιακή υστέρηση.

Με βάση την υπόθεση στατικού ισολογισμού, η Alpha Bank. δεν παρουσιάζει υστέρηση κεφαλαίων, ενώ η Τράπεζα Πειραιώς., παρουσιάζει υστέρηση κεφαλαίων, η οποία όμως  υπερκαλύπτεται από την καθαρή αύξηση μετοχικού κεφαλαίου που πραγματοποίησε το 2014 μετά και την αφαίρεση του ποσού εξαγοράς προνομιούχων μετοχών.

Με βάση την υπόθεση στατικού ισολογισμού, η Εθνική Τράπεζα και η Eurobank. παρουσιάζουν υστέρηση κεφαλαίων, λαμβάνοντας υπόψη τις αυξήσεις μετοχικού κεφαλαίου τις οποίες πραγματοποίησαν το 2014. Ωστόσο, όπως αναφέρει η συγκεντρωτική έκθεση της Συνολικής Αξιολόγησης: : “για [αυτές] τις τράπεζες που περιλαμβάνονται στον κατάλογο και οι οποίες εμφανίζουν κεφαλαιακή υστέρηση βάσει του στατικού ισολογισμού, οι προβολές βάσει του δυναμικού ισολογισμού (οι οποίες εκπονήθηκαν παράλληλα με την αξιολόγηση βάσει του στατικού ισολογισμού, καθώς τα σχέδια αναδιάρθρωσης συμφωνήθηκαν με την ΓΔ Ανταγωνισμού μετά την 1η Ιανουαρίου 2014) θα ληφθούν υπόψη από τις Μικτές Εποπτικές Ομάδες για τον προσδιορισμό των τελικών κεφαλαιακών απαιτήσεων. Βάσει του δυναμικού ισολογισμού, μία τράπεζα (Εθνική Τράπεζα.) δεν παρουσιάζει υστέρηση κεφαλαίων και ακόμη μία (Eurobank ) στην ουσία δεν παρουσιάζει κεφαλαιακή υστέρηση”.

Τα αποτελέσματα της άσκησης που διενεργήθηκε από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα έδειξε ότι οι αυξήσεις κεφαλαίων και τα σχέδια αναδιάρθρωσης που υλοποιούνται από τις τέσσερις ελληνικές τράπεζες έχουν ενισχύσει σημαντικά την κεφαλαιακή τους θέση.

Με την ολοκλήρωση μιας ακόμη αξιολόγησης από τις αρμόδιες τραπεζικές αρχές, η τρίτη τα τελευταία χρόνια, οι τράπεζες θα επικεντρωθούν πλέον με όλες τους τις δυνάμεις στην διοχέτευση της απαραίτητης ρευστότητας που αποτελεί μια από τις βασικές προϋποθέσεις για την επανεκκίνηση της ελληνικής οικονομίας.

Η διαδικασία αξιολόγησης, απαιτούσε από μεγάλο αριθμό στελεχών και διευθύνσεων να αφιερώνουν  σημαντικό χρόνο και να επικεντρώνουν την προσοχή  τους σε επιμέρους ζητήματα που σχετίζονταν με τους ελέγχους στους ισολογισμούς τους, με αποτέλεσμα οι εργασίες της λιανικής τραπεζικής να υστερούσαν.

Σύμφωνα με δηλώσεις διοικητικών στελεχών και των τεσσάρων συστημικών τραπεζών, οι τράπεζες, ταυτόχρονα με την ολοκλήρωση της διαδικασίας αξιολόγησης, έχουν ξεκινήσει την διάθεση κεφαλαίων στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις, που αποτελούν την ραχοκοκαλιά της ελληνικής οικονομίας, αλλά και σε ιδιώτες για την κάλυψη αναγκών τους.

Είναι χαρακτηριστικό ότι σύμφωνα με συγκλίνουσες εκτιμήσεις για πρώτη φορά μετά την έναρξη της κρίσης έχει αρχίσει να εμφανίζεται ζήτηση τόσο στην στεγαστική πίστη, όσο και στην καταναλωτική που στην ουσία είχε “παγώσει” τα τελευταία χρόνια.

Σε κάθε περίπτωση, η απελευθέρωση των τραπεζών από το “άγχος” της κεφαλαιακής τους επάρκειάς, δίνει την δυνατότητα στις τράπεζες να επικεντρωθούν στις βασικές τους τραπεζικές εργασίες και στην προώθηση των κατάλληλων χρηματοδοτικών λύσεων, με στόχο την βιώσιμη ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας.

Επίσης θα επικεντρωθούν στο δύσκολο στόχο της προσέλκυσης των καταθέσεων που έφυγαν από τα ταμεία των τραπεζών στη διάρκεια της κρίσης.

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ