ΣΕΒ: Ανάγκη για μεγαλύτερη αποσαφήνιση των μέτρων για το χρέος

Tα μεσοπρόθεσμα μέτρα ελάφρυνσης του χρέους δεν πρόκειται να προσδιορισθούν με περισσότερη σαφήνεια, στην παρούσα συγκυρία, εκτιμά ο ΣΕΒ στο εβδομαδιαίο δελτίο οικονομικών εξελίξεων, υπενθυμίζοντας ότι η απόφαση του Eurogroup του Μαΐου 2016 προβλέπει πως τα μέτρα θα αποσαφηνισθούν με την ολοκλήρωση του Γ’ Μνημονίου στα μέσα του 2018.

Μέχρι τότε, ή τουλάχιστον, μέχρι να αποσαφηνισθούν τα μέτρα εάν αυτό γίνει ενωρίτερα, το ΔΝΤ θα συμμετέχει στο πρόγραμμα χωρίς, όμως, χρηματοδότηση, μιας και δεν είναι σε θέση να αξιολογήσει τη βιωσιμότητα του χρέους, προσθέτει.

Ο ΣΕΒ επισημαίνει ότι μετά τη συμφωνία για ελάφρυνση του χρέους, η χώρα θα μπορεί πλέον να επανέλθει κανονικά στις αγορές, ενδεχομένως στο πλαίσιο κάποιου προληπτικού προγράμματος στήριξης από τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας (ΕΜΣ).

Χαρακτηρίζει επισφαλές το σενάριο εξόδου στις αγορές πριν από την ολοκλήρωση του προγράμματος, καθώς η επενδυτική κοινότητα στερείται της απαραίτητης πληροφόρησης όσον αφορά στη βιωσιμότητα του χρέους.

“Με βάση τις ισορροπίες, πάντως, που διαμορφώνονται, τυχόν έξοδος στις αγορές, νωρίτερα απ΄ ό,τι προβλέπεται», προσθέτει «προϋποθέτει ότι η ελληνική κυβέρνηση έχει ενστερνισθεί την ανάγκη διατήρησης, και επιδιώκει ενεργά την επίτευξη υψηλών πρωτογενών πλεονασμάτων, σε μεσοπρόθεσμη βάση”.

Αυτό σημαίνει, όπως αναφέρει, “προσήλωση στη δημοσιονομική προσαρμογή και αποφυγή άσκησης πολιτικής άσκοπων παροχών, παρά μόνο εξαιρετικά στοχευμένων και επαρκώς τεκμηριωμένων μέτρων στήριξης συγκεκριμένων ομάδων. Στο πλαίσιο αυτό,σε τυχόν ενεργοποίηση του εκλογικού κύκλου νωρίτερα από το τέλος της τετραετίας, θα πρέπει να αποφευχθεί κλίμα δημοσιονομικής αποσταθεροποίησης, που μπορεί να έχει απρόβλεπτες συνέπειες για την οικονομία”.

Τα δύο αντίδοτα στα υψηλά πρωτογενή πλεονάσματα

Ο ΣΕΒ στο εβδομαδιαίο δελτίο του με τον χαρακτηριστικό τίτλο: “πλεονασματική δημοσιονομική διαχείριση: η νέα κανονικότητα” επισημαίνει ακόμη την ανάγκη, δεδομένης της υποχρέωσης για παραγωγή σταθερών πρωτογενών πλεονασμάτων τα επόμενα χρόνια, να διασφαλισθεί μέσω μεταρρυθμίσεων η εύρυθμη λειτουργία του κράτους και της οικονομίας, ώστε να μην εμποδίζεται η άσκηση ιδιωτικής οικονομικής δραστηριότητας μέσω υπερφορολόγησης.

“Σε κάθε περίπτωση” τονίζει, “η επίτευξη του στόχου για πρωτογενές πλεόνασμα τουλάχιστον 3,5 π.μ. του ΑΕΠ μεσοπρόθεσμα, πρέπει να διασφαλισθεί πάση θυσία. Οι ανησυχίες για το τι ήθελε ακολουθήσει την λήξη του προγράμματος στο μέλλον είναι μεγάλες, και εστιάζουν στο να μην κληθούμε ως χώρα να διαχειριστούμε εκ νέου μεγαλύτερες δημοσιονομικές ανισορροπίες σε σύντομο χρονικό διάστημα. Εξ ου και η επιμονή να ψηφισθούν από σήμερα μέτρα περαιτέρω αύξησης του πρωτογενούς πλεονάσματος κατά 4,5 δισ. ευρώ (περικοπή συντάξεων 2,6 δισ. ευρώ το 2019 και αύξηση φορολογικών εσόδων μέσω μείωσης του αφορολόγητου 1,9 δισ. ευρώ το 2020).”.

Με δεδομένη την άσκηση περιοριστικής δημοσιονομικής πολιτικής οιονεί σε μόνιμη βάση, η ανάπτυξη της ιδιωτικής οικονομίας, μέσω προσέλκυσης επενδύσεων σε ένα φιλικό προς την επιχειρηματικότητα περιβάλλον, είναι περισσότερο αναγκαία από ποτέ, τονίζει ο Σύνδεσμος.

Στο πλαίσιο αυτό, προσθέτει, απαιτούνται δύο συμπληρωματικές μεταξύ τους δράσεις: Πρώτον, η εκπόνηση ενός προγράμματος μεγάλων έργων υποδομών προς αναζήτηση επενδυτών και ιδιωτικής χρηματοδότησης, και, δεύτερον, η καλύτερη συστοίχιση της δημόσιας διοίκησης με την ιδιωτική οικονομία, διευκολύνοντας αδειοδοτικά και χωροταξικά τις ιδιωτικές επενδύσεις, αίροντας γραφειοκρατικά και άλλα εμπόδια, μειώνοντας το μη μισθολογικό, το ενεργειακό και το χρηματοδοτικό κόστος λειτουργίας των επιχειρήσεων κλπ.

“Δεν υπάρχουν άλλοι εναλλακτικοί μοχλοί ουσιαστικής διαφοροποίησης στην κατάσταση που φαίνεται να εδραιώνεται στη χώρα μας. Τα περισσότερα σενάρια για την βιωσιμότητα του χρέους υποθέτουν σχετικά χαμηλούς ρυθμούς ανάπτυξης, αποτυπώνοντας στην ουσία την εκτίμηση για μη ανταγωνιστική λειτουργία της ελληνικής οικονομίας.

Για να ξεφύγουμε από την στασιμότητα, χρειάζονται περισσότερες ιδιωτικές επενδύσεις και εξαγωγές, το ανθρώπινο δυναμικό αιχμής να μην εγκαταλείπει τη χώρα επειδή δεν υπάρχουν ευκαιρίες, το κράτος να γίνει αποτελεσματικό και παραγωγικό, να σχεδιαστούν δράσεις για την ανάπτυξη των κλάδων της ελληνικής οικονομίας με δυνητικό ανταγωνιστικό πλεονέκτημα, να διευκολυνθεί η μετάβαση της παραγωγικής βάσης της χώρας στην 4η βιομηχανική επανάσταση, να επιταχυνθεί το φιλόδοξο πρόγραμμα ιδιωτικοποιήσεων, κ.ο.κ..

Μόνο έτσι, μπορεί η χώρα να επανέλθει σε υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης, που μπορούν να αλλάξουν καθοριστικά τη δυναμική επίτευξης της μακροχρόνιας βιωσιμότητας του χρέους. Έχουν ωριμάσει οι συνθήκες να παρουσιάσουμε το δικό μας σχέδιο μεταρρυθμίσεων και κυρίως να το εφαρμόσουμε γρήγορα και αποτελεσματικά. Μόνο αν δημιουργήσουμε ένα περιβάλλον δυναμικής ανάπτυξης της οικονομίας θα βγούμε από τον φαύλο κύκλο της οικονομικής εποπτείας προσφέροντας ταυτόχρονα τα απαραίτητα κίνητρα στους εταίρους μας ώστε να ανταποκριθούν θετικά και στην αναγκαία μείωση χρέους” σημειώνει ο ΣΕΒ.

Αναφορικά με τα πρόσφατα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ για το ΑΕΠ του πρώτου τριμήνου (αύξηση +0,4% έναντι μείωσης -0,5% που ήταν οι αρχικές εκτιμήσεις) ο ΣΕΒ αναφέρει ότι αυτά προοιωνίζονται μια καλή χρονιά, με την ανάκαμψη να εδραιώνεται και τις προοπτικές της οικονομίας να ισχυροποιούνται, ιδίως εάν ανακάμψουν και οι επενδύσεις.

Σημειώνει ωστόσο ότι η θετική αναθεώρηση των στοιχείων για το ΑΕΠ, οφείλεται κυρίως στην τόνωση της ιδιωτικής κατανάλωσης (+1,7%) και την αύξηση των επενδύσεων σε πάγια (+11,2%), που οφείλεται, όμως, σε μεταφορές και οπλικά συστήματα (+155%), ενώ οι υπόλοιπες επενδυτικές κατηγορίες εμφανίζουν μείωση. Το εξωτερικό ισοζύγιο αγαθών και υπηρεσιών συνέβαλε αρνητικά, λόγω της μεγάλης αύξησης των εισαγωγών (+10,9%, έναντι αύξησης +4,8% των εξαγωγών).

Παράλληλα, προσθέτει, οι ληξιπρόθεσμες οφειλές του δημοσίου, αν και περιορίστηκαν κατά 117 εκατ. ευρώ τον Απρίλιο του 2017, διαμορφώνονται σε 5 δισ. ευρώ περίπου, έναντι 4,6 δισ. ευρώ τον Δεκέμβριο του 2016. Επίσης, σύμφωνα με την Τράπεζα της Ελλάδος, τα μη εξυπηρετούμενα ανοίγματα ανήλθαν στα 105,1 δισ. ευρώ (45,2% του συνόλου) στο τέλος του Α’ τριμήνου του 2017, παρουσιάζοντας μείωση -1,1% σε σύγκριση με το τέλος του 2016, με τη μείωση να προέρχεται κυρίως από διαγραφές και με τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια να έχουν αυξηθεί.

Ενθαρρυντική παραμένει και η συνεχιζόμενη ανάκαμψη στις καθαρές ιδρύσεις επιχειρήσεων καθώς επίσης και η καλή επίδοση της αγοράς εργασίας τον Μάιο, με τις καθαρές προσλήψεις να επικεντρώνονται, λόγω έναρξης της καλοκαιρινής περιόδου, στον τουρισμό, σύμφωνα με το δελτίο του ΣΕΒ.

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ